Σάββατο 30 Μαρτίου 2019

Μισώ τους αδιάφορους, του Αντόνιο Γκράμσι


«Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.

Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα. Είναι η μοιρολατρία. Είναι αυτό που δεν μπορείς να υπολογίσεις. Είναι αυτό που διαταράσσει τα προγράμματα, που ανατρέπει τα σχέδια που έχουν κατασκευαστεί με τον καλύτερο τρόπο. Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα.
Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει. Μέσα στη σκόπιμη απουσία και στην αδιαφορία λίγα χέρια, που δεν επιτηρούνται από κανέναν έλεγχο, υφαίνουν τον ιστό της συλλογικής ζωής, και η μάζα είναι σε άγνοια, γιατί δεν ανησυχεί. Φαίνεται λοιπόν σαν η μοίρα να συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα, φαίνεται σαν η ιστορία να μην είναι τίποτε άλλο από ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη ηφαιστείου, ένας σεισμός όπου όλοι είναι θύματα, αυτοί που τον θέλησαν κι αυτοί που δεν τον θέλησαν, αυτοί που γνώριζαν κι αυτοί που δεν γνώριζαν, αυτοί που ήταν δραστήριοι κι αυτοί που αδιαφορούσαν. Κάποιοι κλαψουρίζουν αξιοθρήνητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά κανείς ή λίγοι αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;

Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.

Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους».

Ο Αντόνιο Γκράμσι (1891-1937) ήταν Ιταλός συγγραφέας, πολιτικός επιστήμονας και γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας. Το κείμενο γράφηκε το 1917.

4 σχόλια :

  1. Ανώνυμος30/3/19 19:16

    ΠΟΣΟ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΕΙΝΑΙ. ΣΟΦΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΕΦΥΓΕ ΠΟΛΥ ΝΩΡΙΣ.
    ΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ ΔΕΝ ΛΥΠΑΜΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑΝΤΗΜΑ ΤΟΥΣ, ΜΙΣΩ ΟΜΩΣ ΤΟΥΣ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΝΕΝΤΑΧΤΟΥΣ ΠΟΥ ΑΦΗΣΑΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΝΑ ΕΞΕΛΙΧΤΟΥΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥΣ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος1/4/19 18:18

    Κατ’ αρχάς, μην τη ψάξετε τη λέξη, απ’ το κεφάλι μου την έβγαλα. Αναζητούσα έναν χαρακτηρισμό για όλους όσοι αδρανοποιούνται στον καναπέ μέχρι να γίνει ο κώλος τους ζυμάρι. Ένα ζυμάρι ωραιότατο η συνείδησή τους, οι αρχές τους, το αξιακό τους σύστημα. Γιατί ο ζυμαροκώλης παράσιτο είναι και παρασιτικά ζει. Σε βάρος σου. Το δικό σου αίμα ρουφάει, τον δικό σου αέρα αναπνέει. Και καλά κάνει, αφού τον αφήνεις.
    Ο ζυμαροκώλης δεν έχει ταξικό πρόσημο - όπως δεν έχει και..
    η πάσης φύσεως μαλθακότητα άλλωστε. Είναι μια στάση ζωής: κοίτα τη δουλειά σου. Μην μπλέκεις. Μην βγάλεις το φίδι απ’ την τρύπα. Άσε να το βγάλει το κορόιδο και να φάει το κεφάλι του.
    Ο ζυμαροκώλης εκ του ασφαλούς κατακρίνει το σύμπαν. Το διαδίκτυο προσφέρεται για να χύσει ανωνύμως – ως επί το πλείστον - τη χολή του. Διότι είναι ΚΑΙ χέστης εκτός των άλλων για να σε αντιμετωπίσει κατάματα.
    Πολύ χέστης όμως. Κατά καιρούς τον έχω συναπαντήσει στα σόσιαλ μίντια. Μπαίνει ο άλλος σε βρίζει ανωνύμως ή...ψευδωνύμως. Αν τον αγνοήσεις, το κλιμακώνει. Αν απαντήσεις πως πχ προωθείς τον οχετό του στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, τα κάνει πάνω του. Και να οι συγγνώμες, να τα γλειψίματα, να οι γλίτσες στα πατώματα.
    Ο ζυμαροκώλης μιλάει με ρητά. Παν μέτρον άριστον έλεγε η γιαγιά ΤΟΥ. Ό,τι η γιαγιά του είπε αυτό. Κάλλιο γαιδουρόδενε παρά γαιδουρογύρευε έλεγε ο παππούς ΤΟΥ. Μηδένα προ του τέλος μακάριζε, έλεγε ο θείος ΤΟΥ ο Νίκος θεός σχωρέστον. Να εδώ οικογενειακά λέγονται τα σοφά και τα μεγάλα - μόνο στο σόι μας θα βρείτε ότι πιο φρέσκο κι εκλεκτό.
    Ο ζυμαροκώλης παρκάρει αδιαπραγμάτευτα στη θέση ΑΜΕΑ. Κοιτάει δεξιά, κοιτάει αριστερά και τσουπ το χώνει γιατί σου λέει εδώ βρήκα τι να κάνω κι έχω και την πεθερά μου άρρωστη. Επίσης οδηγεί κάθε Κυριακή μεσημέρι κι όταν βρίσκει κίνηση βρίζει όσους οδηγούν Κυριακή μεσημέρι.
    Ο ζυμαροκώλης αποκαλεί κλέφτη όποιον δεν κόβει απόδειξη. Όταν δεν κόβει ο ίδιος σε αφοπλίζει ‘εγώ να στη δώσω, αλλά τι να την κάνεις έτσι που μας κατάντησαν οι αλήτες;’
    Ο ζυμαροκώλης έχει γίνει το ένα του με τον καναπέ γιατί είναι πολλά τα ριάλιτι και δεν τα προφταίνει. Ένας μάγειρας, μια ξώβυζη, ένας μαλάκας, ένας
    κατεστραμμένος, ένας κατακαημένος, ένα νησί, μια κατσαρόλα, μια καρδούλα, ένα δωδεκάποντο όλα φίρδην μίγδην. Ό,τι αποφασίσει το κοινό. Δηλαδή ο ίδιος. Ο μίζερος ο άνθρωπος που οι μόνες του πρωτοβουλίες είναι να ψηφίζει υποψήφιους προς αποχώρησιν.
    Ο ζυμαροκώλης, γνωρίζει τα πάντα για τον Κοέλιο, την κλιματική αλλαγή, το ελληνοτουρκικό, το μεσανατολικό, πώς βγαίνει ο λεκές, τα πάντα όλα. Τρώει μονίμως στην ίδια ταβέρνα όχι γιατί είναι η καλύτερη, αλλά γιατί τσουγκρίζει τη ρετσίνα με τον μαγαζάτορα. Τον νομίζει φίλο γκαρδιακό ‘θα μάς περιποιηθεί’ σού λέει ‘ο Μήτσος σε μένα δίνει τα καλύτερα’. Διότι η ηδονή δεν είναι να φας εσύ καλά. Είναι να φάνε οι άλλοι χάλια.
    Ο ζυμαροκώλης έχει πάντα δίκιο, έχει πάντα αποψάρα, έχει πάντα λόγο –λόγο μίζερο, σκατένιο, κακοποιητικό. Τρώει απ’ το πιάτο σου, πίνει απ’ το ποτήρι σου, τρέφεται από τη δυστυχία σου.
    Ο ζυμαροκώλης ερωτεύεται μίζερα μια ζυμαροκώλα, κάνουν κάνα δυο ζυμαροκωλάκια που τα εκπαιδεύουν με τίποτα να μη σηκώνονται από το κάθισμα. Πού πας, Θανασάκη εσύ θ’ αλλάξεις τον κόσμο;
    Όχι, ο ζυμαροκώλης δεν θα αλλάξει ποτέ τον κόσμο.
    Και ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ τον ζυμαροκώλη.

    - το κείμενο της Ελενας Ακρίτα είναι απο την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος4/4/19 01:44

    το κακο ειναι οτι οι ζυμαροκωληδες αποτελουν την πλειοψηφια που εκλεγει το μνημονιακο πολιτικο συνοθυλευμα και στο νου τους δεν χωραει οτι μπορουν να το εξαφανισουν στις καλπες του Μαιου μαζι με τους στηριγμενους απ αυτο υποψηφιους δημαρχοπροεδροσυμβουλους

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος6/4/19 16:21

    ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΕΣ ΚΟΜΜΑΤΙΚΟΥΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψιν σας τα ακόλουθα:
• Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές, ή χυδαιολογίες.
•Μην δημοσιεύετε άσχετα, με το θέμα, σχόλια.
•Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
Με βάση τα παραπάνω η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία προειδοποίηση.