Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Οι γυναικείες ασχολίες στα παλιά χρόνια

Τι θες να μάθεις για τη ζωή εκείνη την παλιά; Άλλαξαν τόσα τα τελευταία χρόνια. Ακόμη και εγώ, όταν το συλλογιέμαι καμιά φορά. όταν μιλάω με τα παιδιά και με τ’ αγγόνια μου, σαστίζω. Άμα στα πω το όσα ζήσαμε, ούτε που θα με πιστέψεις. Αφού όμως θες να μάθεις, άκουσέ με...
Από νωρίς μέχρι αργά τη νύχτα πόσες δουλειές, βαριές δουλειές, δεν κάναμε... 
Θέλεις να μάθεις...
Και εγώ θέλω να μάθω. Ξέρεις τι δεν καταλαβαίνω με σας τις νέες, σήμερα;
Το γιατί παραπονιέστε; Γιατί λέτε πως κουράζεστε;
Κούραση! Υπάρχει σήμερα κούραση στα σπιτικά σας; Με τόσες ευκολίες; 
Νιώθει καμιά σας, είμαι περίεργη να μάθω, εκείνη την κούραση που πλάκωνε τη μάνα μου σαν πέτρα;Τότε που καθετί περνούσε από τα δύο της χέρια;
Τι να σου πρωτοθυμηθώ! Το κουβάλημα του νερού από τη βρύση, τα κλαρούδια για τα ζωντανά, τη μπουγάδα και το σίδερο με το κάρβουνο, ή τις γέννες, τη μια μετά την άλλη! Το τσούρμο τα παιδιά να πλύνεις, να ταΐσεις, να μπαλώσεις! Τους γέρους να κοιτάξεις μ’ όλες τους τις παραξενιές! Αλλά και τις ολονυχτίες στην εκκλησιά, τις προετοιμασίες για κάθε μας λύπη και χαρά. Και τη δουλειά δίπλα, στον άντρα, στις ελιές και στο αμπέλι;

Σήμερα, εσείς οι περισσότερες έχετε πια ξεφύγει από τη δίκιά μας τη ζωή. Τώρα, λοιπόν, ότι και να σου πω δεν μπορείς να το νιώσεις, γιατί άκου να δεις... Η μάνα μου ξυπνούσε μόλις που χάραζε. Έριχνε βιαστικά λίγο νερό στο πρόσωπό της, περνούσε μια χτένα στα ολόισια μαλλιά και τα σήκωνε ψηλά με κάτι μεγάλες κοκάλινες φουρκέτες, θαρρώ πως τηνε βλέπω μπροστά μου, κι έβαζε το μπρίκι να φτιάξει καφέ για τον πατέρα. Εκείνος το ζήταγε αυτό. Δεν ήθελε να πίνει καφέ στο καφενείο παρέα με τους άλλους. Ήθελε τη συντροφιά της. Και κει, στην κουζίνα, τους έβλεπα για λίγο καθισμένους μαζί στο τραπέζι. Μιλούσαν χαμηλόφωνα να μην ξυπνήσουν τα μικρά. Είμασταν, βλέπεις πέντε. Ύστερα εκείνος έφευγε, καβάλα στο ζώο πήγαινε στα κτήματα κι έλειπε όλη μέρα.


Σαν έμενε μονάχη, η πρώτη δουλειά της μάνας ήταν ν’ αρμέξει τα πράματα, να στραγγίσει το γάλα, να κρεμάσει τις κλάρες για να τρώνε οι γίδες και να βάλει πίτουρο, τριφύλλι ή κριθάρι για τα ζωντανά. Έβγαζε τις κότες από το κατώι και τις πήγαινε στον τζάκο. Ύστερα έβραζε το γάλα, χώριζε όσο ήθελε για να φτιάξει τυρί, και πήγαινε στη βρύση για νερό. Κουβαλούσε το ντυστί και δυο κανάτια ή το γκιούμι γεμάτο, Ατέλειωτο μου φαινόταν τότε αυτό το πήγαιν’ έλα στη βρύση... Ανεβοκατέβαινε το καλντερίμι, φορώντας τα τσόκαρα τα ξύλινα ή τις παντόφλες από καουτσούκ που όλο και της έφευγαν στο δρόμο. Τι κούραση αυτή! Και στο σπίτι θέλαμε κοντά πολύ νερό, Δεν ήταν μόνο η λάτρα στην κουζίνα, ήταν το σφουγγάρισμα και το λουτρό, τα ζωντανά που θέλανε να πιουν. Ήταν και τα λουλούδια. Όλοι αυτοί οι ντενεκέδες, βαμμένοι κόκκινοι, που στόλιζαν την αυλή μας θέλανε πότισμα το καλοκαίρι κάθε μέρα. Και οι πλάκες στην αυλή, έπρεπε και αυτές ν’ αστράφτουν. Χαιρόταν όμως να τα βλέπει η μητέρα καθαρά και ολάνθιστα. Ποτέ μου δεν την άκουσα να παραπονεθεί για το κουβάλημα. Αλλά σαν μεγάλωσε ο αδελφός μου, ο πατέρας τον έστελνε μαζί της πια στη βρύση, πριν φύγει για το σχολείο. Να τηνε βοηθάει λίγο. Αργότερα πήγαινα και ’ γω από κοντά. Άλλο μεγάλο βάσανο παλιά ήτανε και οι ψύλλοι και οι κοριοί. Όσο κι αν όλα στο σπίτι άστραφταν από καθαριότητα, πάντα και κάπου θα τρύπωναν αυτοί. Δεν είχαμε τότε βλέπεις φάρμακα για να ψεκάσουμε τους στάβλους και να τα διώξουμε τα ζωύφια, κι έτσι ασβεστώναμε συχνά τους τοίχους, αλείβαμε τα σανιδένια τα πατώματα με το πετρέλαιο, ζεματίζαμε τα μιντέρια και ανοίγαμε τα μπαούλα για να τινάξουμε τα στρωσίδια και τα ρούχα μας. Ώρες δουλειά κοπιαστική.


Και το στρώματα με τα καλαμποκόφυλλα θέλαν κι αυτά το χρόνο μια φορά άνοιγμα, πλύσιμο, τιναγμό και ξαναγέμισμα. Φέρναμε τότε τα φύλλα από τη Μπούφο με τα ζώα, Αλλά τι χαρά, όταν ξαπλώναμε στο φουσκωμένο στρώμα. Όλα, κορίτσι μου, είχανε τότε κόπο, θυμάμαι την μπουγάδα που βάζαμε. Εσείς σήμερα πατάτε ένα κουμπί. Τότε η μάνα μου έπλενε στο χέρι στοίβες τα ρούχα. Αμέτρητα σεντόνια και προσόψια, μαξιλάρες, πουκάμισο και αλλαξιές. Τότε, όταν δεχόμασταν στο σπίτι, η μάνα πάντα έστρωνε ότι άμορφο είχε στην προίκα της, κι όλα ήταν πάντοτε φρεσκοπλυμένα και μοσχομυρίζανε. Σήμερα η νύφη μου βάζει τα νάυλον, κι ας της έχω φτιαγμένα τόσα. Είναι, δε λέω λέω, βολικό, αλλά χάθηκε η αρχοντιά. 'Ήθελε κόπο για να πλυθούν και να σιδερωθούν τα ρούχα, μα χαλάλι. Εμείς, μια μέρα πριν, φέρναμε το νερό από τη βρύση, για να γεμίσουν τα καζάνια και το βαρέλι για το ξέβγαλμα, κόβαμε και κλαρούδια μπόλικα για τη φωτιά, να ‘χει νερό καυτό. Συχνά οι γειτόνισσες πηγαίνανε παρέα να πλύνουν στη βρύση και περνάνε μαζί κι όλα τα πιτσιρίκια, για να μη μείνουν μοναχά και γίνουν σκανταλιές. Φεύγαμε νωρίς, πολύ νωρίς. Οι μανάδες με τη σκάφη στον ώμο και τα ρούχα στοιβαγμένα στις καλαμένιες τις κοφίνες. Αφού άναβαν το καζάνι δίπλα στη βρύση, με μανίκια ανασκουμπωμένα, έσκυβαν πάνω από τη σκάφη κι έτριβαν τα ρούχα μέχρι να ασπρίσουν. Δεν είχε τότε απορρυπαντικά, κι έπλεναν με το δικό τους το σαπούνι, φτιαγμένο από ντόπιο λάδι ελιάς. Κοσκίνιζαν τη στάχτη από το φούρνο, κι άφηναν την μπουγάδα στο σταχτόνερο. Ώρες δουλειά, δουλειά σκληρή. Κι όμως, εγώ θυμάμαι τις γυναίκες να ψιλοκουβεντιάζουν μεταξύ τους, να γελάνε και κάπου κάπου. Κι ύστερα ήταν και η κυρά Λεμονιά, μια μεγαλοκοπέλα, λίγο γεμάτη και πάντα χαρούμενη, που όλο και έλεγε και κάποιο τραγουδάκι και σταμάταγε γιο λίγο η δουλειά. Θυμάμαι ακόμα και την κατσάδα που έφαγα από τη μάνα όταν μας έπιασε μια φορά να παίζουμε κρυφτό πίσω οπό τα ρούχα που είχαν απλώσει στα σκοινιά. Όλα αυτά τα ρούχα έπρεπε να σιδερωθούν με κείνο το σίδερο που πύρωνε με κάρβουνο. Η μάνα στεκόταν ώρες όρθια κι αυτό την παίδευε πολύ. Δεν έλεγε όμως να καθίσει και όσο προχώραγε η ώρα σιγά σιγά, ένα ένα τα ασπροφούστανα κι οι νυχτικές οι αντρικές, και τα πουκάμισα, οι μαλλίνες οι άσπρες, τα σεντόνια και οι μαξιλάρες, τα τραπεζομάντιλα, τα στόρια, τα κουρτινάκια τα πλεκτά, όλα κολλαρισμένα έμπαιναν πάλι στο μπαούλο.

Αν η μπουγάδα γινόταν στο μήνα μια φορά, η μάνα ζύμωνε και μια και δυο φορές την εβδομάδα. Τη μέρα αυτή ξυπνούσε, ακόμα πιο νωρίς, για να προλάβει ν’ ανάψει φούρνο πριν ανέβει ο ήλιος ψηλά και τηνε πάρει η ζέστη. Ζύμωνε θυμάμαι δεκατέσσερις οκάδες αλεύρι και μας έφτιαχνε επτά καρβέλια και μια πιταστή. Φορούσε πάντα το μαντίλι, για να μην πέσει τρίχα στο ζυμάρι, και με σηκωμένα τα μανίκια, την έβλεπα σκυμμένη πάνω από το ξύλινο σκαφίδι να δουλεύει, με τις δυο γροθιές σφιγμένες μέχρι που οι κόμποι από τα χέρια της να μελανιάσουν.

Μαζί με τα καρβέλια έψηνε παξιμάδια, έφτιαχνε κολοκυθόπιτα, πίτα με χόρτα, και μπομπότα με το καλαμποκίσιο το αλεύρι. Τι σβέλτη που ήτανε, τι επιτήδεια, τι νόστιμο ψωμί που τρώγαμε τότε!

Σήμερα μουχλιάζει σε λίγες μέρες, γιατί δεν είναι φτιαγμένο με προζύμι. Όταν η μάνα άναβε το φούρνο, μοσχοβολούσε η γειτονιά. Για να κάψει όμως ο φούρνος ήθελε μπόλικα τσάκνα και κλαρούδια. Τις πιο πολλές φορές όλα αυτά τα κουβαλούσε εκείνη. Φρέσκα κλαριά τα τάιζε στις γίδες, ξερό το έκαιγε στο φούρνο. Τα κουβαλούσε εκείνη, γιατί ο πατέρας γύρναγε αργά από το κτήμα. Το μεσημέρι η θέση του έμενε σχεδόν πάντα αδειανή. Κι όμως, η μάνα το χε έννοια το μαγείρεμα και στο τραπέζι ήθελε να λέμε πάντα προσευχή. Τις πιο πολλές φορές μαγείρευε το βράδυ, γιατί δεν είχαμε τότε ψυγείο ηλεκτρικό, κι έπρεπε ο άντρας να 'βρει έτοιμο φαί να πάρει το πρωί μαζί. Κι ύστερα, αν είχε δουλειά πολλή στο κτήμα, αν μάζευαν ελιές, μήλα ή κάστανα, αν ήτανε τρύγος, αν αλώνιζαν, τον έπαιρνε μαζί, κι εμείς, γυρνώντας από το σχολείο, τρώγαμε μοναχά. Ξέραμε ότι θ αργούσανε, και θα ‘ταν και οι δύο κατάκοποι.
Η μάνα όμως θα 'χε και πάλι τόσα να κάνει! Τόσα να φροντίσει! Δε θα τελείωνε ασφαλώς η μέρα της, μ' όλη την κούραση της. Πόσες φορές μου δεν την έβλεπα ακόμα τη νύχτα, όταν όλοι είχαμε από καιρό πλαγιάσει, με τη λάμπα και το λύχνο αναμμένο με κάτι να παιδεύεται, να τα προλάβει όλα.
Μονάχα μετά το φαγητό το μεσημεριανό ξαπόσταινε για λίγο. Και όχι πάντα. Γιατί συχνά μαζεύονταν στα σπίτια οι γειτόνισσες. Η μία να ξάσει το μαλλί, η άλλη να γνέσει, να πλέξει κάλτσες για τα παιδιά ή τη φανέλα για τον άντρα. Ψήνανε καφεδάκι και δούλευαν κουβεντιάζοντας. Πολλές φορές μες στο πανέρι έφερναν ρούχα που ’θελαν μπάλωμα.

Ποιός τότε αγόραζε καινούρια κάθε τόσο; Ποιος τα πετούσε μόλις πάλιωναν;
Δούλευαν, και μεις τα μικρά, καθισμένα δίπλα τους, μαθαίναμε. Βλέποντας τις μανάδες μας μαθαίναμε τα πάντα.

Εσείς, που ζείτε στις πόλεις τις μεγάλες, τι ξέρετε να φτιάξετε;
Τα παίρνετε όλα έτοιμα. Σχεδόν τίποτα πια δεν είναι ναι σπιτικό.
Δίνετε τώρα στα παιδιά σας σταρένιο τραχανά, με στάρι τριμμένο στο χερόμυλο;
Τις χυλοπίτες, τα ντόπια μακαρόνια;
Ρίχνετε στο φαί φρέσκια ντομάτα πελτέ, που να μοσχομυρίζει;
Κι έχετε στο τραπέζι τυράκι με γάλα από τα ζωντανά σας;
Τρώτε τις ελιές τις ζαρωμένες και τις ξιδάτες, κομμένες από τα δέντρα στο δικό σας κτήμα και πίνετε τσιπουράκι με τσιτσιράβα τουρσί;
Ψήνετε μπακλαβά με φύλλα ψιλά σαν τσιγαρόχαρτο, ανοιγμένα στο χέρι, και με καρύδι ξεφλουδισμένο, άσπρο, χιονάτο;
Πλένεστε με σαπούνι από ντόπιο λάδι ελιάς, να ευωδιάζει δάφνη;

Πάν’ όλ' αυτά, για σας τις νέες νοικοκυρές των πόλεων, ξεχάστηκαν...
Έπαψε η φροντίδα του σπιτιού να 'ναι χαρά σας και μόνη ικανοποίηση.
Η μάνα μου, κι ας κουραζόταν τόσο, το ‘χε καμάρι το δικό της σπιτικό, χαιρόταν να τηνε παινεύουν. Της έφτανε. Και μένα μου 'φτάνε. Αλλά και σήμερα, εδώ μες στο χωριό, βρίσκεις νοικοκυρές που συνεχίζουν ν’ ασχολούνται με τα παραδοσιακά. Δεν κουβαλάνε πια το νερό από τη βρύση, δε βάζουνε μπουγάδα. είναι η ζωή πιο εύκολη, αλλά το θέλουν το πατροπαράδοτο, κι ας αλλάξαν τόσα τα τελευταία χρόνια,,,»,


16 σχόλια :

  1. Ανώνυμος5/12/13 22:02

    ......α ρε μαναα.gerolykos

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος6/12/13 00:40

    ΤΩΡΑ ΕΧΟΥΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΛΥ ΑΓΧΟΣ ΠΟΥ ΠΕΣΑΝ ΤΑ ΓΕΝΝΙΜΑΤΑ ΧΑΜΟ ΚΑΙ ΘΑ ΣΑΠΙΣΟΥΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΒΓΑΛΟΥΝ ΓΕΝΙΜΑ ΝΑ ΦΑΝΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΝΑ ΞΕΧΙΜΑΣΟΥΝ .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. GI AYTO POLLOI NEOI DYSKOLEYONTAI NA BROUN SYNTROFO .... KAI OLOI LENE :

    '' BRE POU EINAI AYTES OI GYNAIKES POU EINAI SAN THN MANNA MAS """

    TO AKOUW POLLES FORES APO FILOUS TWN PAIDIWN MOU ........." OPOIOS PROLAVE TON KYRIO EIDE "
    DYSTYXWS ETSI EXOUN TA PRAGMATA SHMERA MANIKUR , PETIKIUR , HONDOS CENTER K.T.L.KAI APO FAGHTO ......DELIVERY .......LYPAMAI POU EIMAI GYNAIKA KAI NOIWTHW ETSI GIA TO GYNAIKEIO FYLO ........KAI STAMATAW EDW GIA NA MH PW PERISSOTERA.....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος6/12/13 09:05


    , Είμαι η Μαίρη Παναγιωταρά μια εργαζόμενη μητέρα μια καλή νοικοκυρά.
    Δεν είμαι τίποτα το σπέσιαλ, το καταπληκτικό, είμαι αυτό που λέμε δείγμα τυπικό.

    Μόλις ξυπνήσω το πρωί, πολύ πρωί, πριν ξημερώσει δηλαδή καλά-καλά,
    λέω από μέσα μου μουλάρι σήκω ντύσου γιατί εδώ σε περιμένουνε πολλά
    και τότε τρέχω να ξυπνήσω, να ταΐσω, να ποτίσω και να ντύσω τα παιδιά
    ενώ παράλληλα ετοιμάζω πρωινό για τον πασά.
    Του το πηγαίνω στο κρεβάτι κι αυτομάτως κατεβάζω τα παιδιά στο σχολικό,
    πάω γραμμή για να ψωνίσω κι ο χασάπης μες στη φούρια να μου πιάνει και τον κω...
    να 'χω το νου μου κάθε μέρα για πουκάμισο και σώβρακο καινούριο καθαρό
    κι αλίμονο μου αν το ξεχάσω και δεν βρει ζεστό νερό.
    Να συγυρίζω τα κρεβάτια και το σπίτι να ετοιμάζω φαγητό για τα παιδιά
    κι έχω να φύγω νηστική και σαν τρελή για την δουλειά.

    Ντάπα, ντάπα, ντάπα, νταμ...

    Και μόλις φτάσω αλαφιασμένη στη δουλειά να 'χω να κάνω και καφέ στ' αφεντικό
    να 'χω κι αυτόν που του τη δίνει κάθε τόσο και που θέλει να μου πιάνει και τον κω...
    να 'χω το ντρουν του τηλεφώνου μες στ' αυτί μου κι από πάνω τις δικές του τις φωνές
    και να με στέλνει έξω να κάνω και του κόσμου τις δουλειές.
    Μόλις σχολάσω τρέχω αμέσως να προφτάσω να ετοιμάσω το τραπέζι για φαΐ
    να τηγανίζω, να ετοιμάζω τη σαλάτα, να σερβίρω και να κόβω και ψωμί
    να 'μαι ένα ράκος που να σέρνεται στα πόδια του απ' την πείνα κι από το τρεχαλητό
    κι αυτοί να βρίζουν πως δεν ήτανε καλό το φαγητό.
    Να πλένω πιάτα και πιρουνιά και μαχαίρια και να μου 'ρχεται να κάνω φονικό
    κι αυτός ο κύριος να θέλει να μου πιάνει και τον κω...

    Ντάπα, ντάπα, ντάπα, νταμ...

    Μόλις ξαπλώσει και φωνάξει "ησυχία" μην ακούσω μες στο σπίτι τσιμουδιά,
    είναι η ώρα που τελειώνω εγώ τα πιάτα και που πρέπει να διαβάσω τα παιδιά,
    είναι η ώρα να διαβάσουν οι διαβόλοι για ν' αρχίσουμε να τρέχουμε μετά
    στα ιδιαίτερα του ενός και στ' αλλουνού τα γαλλικά.
    Κι αφού μου βγάλουνε καλά-καλά την πίστη και γυρίσουμε στο σπίτι τελικά
    τότε θα φάνε, θα πλυθούνε, θα δαρθούνε και θα παν να κοιμηθούν κανονικά
    κι ενώ εγώ θα σιδερώνω και θα πλένω, ό,τι κάνει μια γυναίκα δηλαδή,
    αυτός ο κύριος θα είναι αραγμένος στην ΤV
    κι αν γίνω έξαλλη σαν πέσω στο κρεβάτι και τον δω πως είν' ο νους του στο κακό,
    "είναι καθήκον σου" γυρίζει και μου λέει, συζυγικό.

    Είμαι η Μαίρη Παναγιωταρά μια εργαζόμενη μητέρα μια καλή νοικοκυρά.
    Δεν είμαι τίποτα το σπέσιαλ, το καταπληκτικό, είμαι ένα ζώον δηλαδή κανονικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ανώνυμος6/12/13 09:34

    ΑΥΤΑ ΜΑΣ ΦΑΓΑΝΕ.....ΗΤΑΝ Η ΜΑΙΡΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΡΑ..ΤΩΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΑ.......

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ανώνυμος6/12/13 09:56

    Γυναικα κατηγορει τις γυναικες επειδη δεν ειναι νοικοκυρες για τα παιδια της....τι αλλο θα ακουσουμε....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ανώνυμος6/12/13 12:23

    Γιώτα, δεν ξέρω τι ισχύει σα γενικός κανόνας στη χώρα που βρίσκεσαι όσον αφορά τις εργασίες εντός του σπιτιού, αλλά εδώ ισχύει ακόμα το τραγούδι που ανάρτησα σε άλλο σχόλιο.ίσως είναι και λίγα. το στρές και το κυνήγι του χρόνου να προλάβει τα πάντα είναι μια επώδυνη κατάσταση την οποία βιώνει σε καθημερινή βάση η Ελληνίδα σήμερα.όταν μεγαλώσει αυτή και τα παιδιά και θέλει να πει ότι θα ξανασάνω τώρα αρχίζει το "μαρτύριο " της φύλαξης των εγγονιών σε 8ωρη και 10ωρη βάση .
    οι στίχοι του τραγουδιού έχουν γραφτεί απ΄ άντρα και εγώ που το ανάρτησα στα σχόλια στο ίδιο φύλο ανήκω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Ανώνυμος6/12/13 13:02

    η φωτογραφία είναι στου ζαρου ή στου καλόγερου τ΄αλώνι?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. ANWNYME 9.56 ..... NAI KATHGORW TIS GYNAIKES AN LEGONTAS THN ALHTHEIA GIA SENA EINAI KATHGORIA !!!!!!!!!!!!
    OI SHMERINES TRIANTARES TO 90 % ASXOLOUNTAI ME AYTA POU EGRAPSA TOULAXISTON EDW POU ZW !!!!!!
    KAI FYSIKA THELW NOIKOKYRES GIA TA PAIDIA MOU AFOU ETSI TA MEGALWSA !!!!!
    ANWNYME 12.23 ....
    XAIROMAI POU EIDES TO SXOLIO MOU ANTIKEIMENIKA ..... NAI MERIKES GYNAIKES KAI EDW POU ZW TRAVIOUNTAI SAN '' LASTIXO '' OPWS GIA MIA ZWH TRABIEMAI K AI EGW !!! PLHN OMWS H KAINOURGIA GENIA OI SHMERINES TRAIANTARES TO MEGALITERO POSOSTO ''' AGRON HGORASAN "" ...KATHONTAI KAI OMWS DEN MAGEIREYOUN ... K.T.L. DYSTYXWS !!!KAI BEBAIA ANHSYXW TI THA TYXEI STA PAIDIA MOU !!!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Ανώνυμος6/12/13 16:10

    Αν θες να μαθεις για τις γυναικες τις σημερινες στην ελλαδα διαβασε με προσοχη.

    Δουλευουνε σκληρα 10 ωρες και 16 ωρες.

    Αμοιβονται ολο και λιγοτερο.

    πεφτουν θυματα σεξιστικων παρενοχλησεων απο το καθε ζωο που ειναι πεινασμενο....

    Δεν προλαβαινουμε να δουμε ουτε τα παιδια μας απο τις δουλειες

    Και ερχεσαι και μας μιλας για πεντικιουρ για μανικιουρ και σεξικιουρ.

    Ξερεις ολη την ημερα ξημερωβραδιαζονται στο χοντο σεντερ και δεν ξερουν πως να ξοδεψουν τα 400 ευρω μηνιατικο.

    Τελικα οι σημερινες γυναικες για σενα ειναι μονο πεντικιουρ μανικιουρ και χοντος και δε βρισκεις καμια της προκοπης για τα παιδια σου...σαν τις μαναδες μας που θυμασαι.

    Ασε μας ρε γιωτα στη φτωχια μας και στα χαλια μας και αποπανω μας τη λες...ρωτας αν εχουμε για ντιλιβερι και για καλυντικα. Φαινεται εχεις μεινει στη δεκαετια του 1960.

    Αυτη η ειναι η αληθεια. Μας βγαινει το λαδι κυριολεκτικα.

    Και αμα ντρεπεσαι για το γυναικειο φυλο δικο σου θεμα.

    Θυμωσα επειδη μας βλεπεις ετσι. κανεις λαθος μεγαλο και σκεψου το.

    Το τραγουδι της μαιρης παναγιωταρα φανερωνει τι τραβανε οι γυναικες και οχι τα πεντικιουρ και τα μανικιουρ και τα χοντος που νομιζεις κλπ.

    ο 12.23 καθε αλλο δε συμφωνει μαζι σου και ευγενικα στο ειπε. Ειδα οτι δεν καταλαβαινεις και γι αυτο σου εγραψα καπως αγανακτισμενα.

    Μου αρεσει που συγκρατηθηκες και δεν μας εσουρες και αλλα σε εμας τις σημερινες γυναικες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. ANWNYMH 4.10 ... ME TO DIKIO SOU THYMWSES AN ETSI EINAI TA PRAGMATA STHN ELLADA... EGW TRAVIEMAI KYRIOLEKTIKA SAN '' LASTIXO ''GIA NA TA PROLABW OLA .......
    DYSTYXWS OMWS BLEPW TIS NEES EDW .... KAI AYTO EINAI TO SYMPERASMA POU BGAZW EDW POU ZW ...... GIA NA MH PW POSO SPATALES EINAI KAI APAITHTIKES !!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Ανώνυμος6/12/13 18:57

    Η γυναίκα μπροστά είναι η Κομπολογιωργούλα;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Ανώνυμος6/12/13 19:09

    ΓΙΩΤΑ ΔΙΚΙΟ ΕΧΕΙΣ .ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΟΙ ΝΕΠΟΙ ΦΕΡΟΝΤΑΙ ΑΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΤΟΙ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Ανώνυμος6/12/13 19:13

    Αρκει που προβληματιζεσαι εσυ.....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. Ανώνυμος6/12/13 20:22

    Σαν την κομπολογιωργουλα μοιάζει Αυτη πρεπει να ειναι

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. Ανώνυμος7/12/13 13:36

    o.xψ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΓΚΟΜΕΝΟΦΥΛΑΚΑΣ.ΧΑ ΧΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψιν σας τα ακόλουθα:
• Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές, ή χυδαιολογίες.
•Μην δημοσιεύετε άσχετα, με το θέμα, σχόλια.
•Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
Με βάση τα παραπάνω η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία προειδοποίηση.