Ιδιαίτερα αγαπητός και οικείος με τους νεολαίους, που ήταν και οι μόνιμοι θαμώνες στο μαγαζί του. Εκεί διδαχτήκαν σχεδόν όλοι τους την δηλωτή και σήμερα υπερηφανεύονται ότι είναι της σχολής του τούρκου. Όλοι έχουν να διηγηθούν πολλά περιστατικά με τον τούρκο από εκείνη την εποχή.
Θα ξεκινήσω σήμερα με δύο:
Αφήνει τα χαρτιά κάτω, παίρνει και την καρέκλα του για να πατήσει πάνω να φτάσει το κουτί με το νέμα και ανεβαίνει να βγάλει ένα κουβάρι..Τα παλιόπαιδα βέβαια δεν έχασαν την ευκαιρία ν ανοίξουν τα χαρτιά του να τα ειδούν .Αυτό το είχαν σύστημα όταν σηκωνόταν ο τούρκος για να εξυπηρετήσει πελάτη.
Ξαφνικά ακούνε τον μπάρμπα –Γιώργη να γυρίζει προς την Πανούλα και να της λέει:
-Γιατί μπάρα –Γιώργη νέμα σου είπα θέλω
- Φέγα μην τα ακούσεις εσύ , γιατί πριν έρθεις ήμουνα μια χαρά .Έπαιζα το χαρτάκι μου και δεν είχα στενοχώρια. Τι στο διάβολο το ήθελες το νέμα σήμερα;
Ανοίγοντας το χαρτόκουτο διαπίστωσε ότι το νέμα το είχαν φάει τα ποντίκια!!
Γυρνάει πάλι προς το χαρτόκουτο και απευθυνόμενος προς τα ποντίκια(ας πούμε) λέει:
Ζαχαράτα σας έχω, μπισκότα σας έχω, καραμέλες σας έχω, στραγάλια σας έχω.
Ρε που να σας πάρει ο διάβολος μαγαρισμένα το νέμα βρήκατε να φάτε;
2ο. Ήταν άνοιξη όταν έπιασε ξαφνική καταιγίδα. Τα νερά άρχισαν να κυλούν με ορμή σε όλους τους δρόμους και να παρασύρουν ότι εύρισκαν μπροστά τους .
Τα νερό από την Αγ. Παρασκευή ακολουθεί την διαδρομή δίπλα από τον Αγ Θανάση, κατεβαίνει από τον κήπο του Μήτρου της Βαγγελιώς και καταλήγει λασπόνερο αφού γκρεμίζει μια μάντρα του τούρκου και μπαίνει μέσα σε μια αποθηκούλα που είχε δίπλα στο μαγαζί. Την πλημμυρίζει καταστρέφοντας ότι είχε μέσα. Οργισμένος ο τούρκος και πανικοβλημένος προσπαθούσε να σταματήσει τα νερά για να σώσει ότι είχε μέσα. Μάταια όμως . Η καταστροφή είχε συντελεστεί.
Τα παιδιά παρακολουθούσαν και γελούσαν από πάνω στον πλάτανο. Που να πλησιάσουν στο μαγαζί με τέτοιον οργισμένο τούρκο!
Πάνω στην οργή του αρπάζει την καραμπίνα και βγαίνει έξω στο δρόμο με λασπωμένα τα παντελόνια μέχρι τα γόνατα . Ήθελε να ξεσπάσει για τον κακό που τον βρήκε . Κοιτάει προς τον ουρανό και ανοίγει διάλογο με το θεό
_ Θεέ άθεε . Άφησες το νερό να περάσει την μάντρα του Μήτρου και δεν την γκρέμισε. Πέρασε την μάντρα της Βαγγελιώς και δεν την γκρέμισε. Την δική μου γιατί άφησες να την γκρεμίσει; Σηκώνει την καραμπίνα την στρέφει προς τον ουρανό και συνεχίζει:
Κατέβα γαμώ το Θεό σου. Κατέβα παρακάτω να σε ντουφεκίσω.
μαθητης του......gerolykos
ΑπάντησηΔιαγραφήφτιανει ομαδες ο τσιεβας και ο κωστας του τουρλα και πανε στον καμπο για ποδοσφαιρο .μεσα και τα παιδια του τουρκου οπως και πολλα αλλα.πανε σε βαλτεσινιωτικο τριφυλλι που οπως καταλαβαινεταιμολις κιοσανε το παιχνιδι ητανε σαν οργωμενο.την αλλη μερα ερχεται βαλτεσινιωτης στο χωριο και ρωταει ποιος ητανε ..πονηροι γλανιτσιωτες τον στελνουν στον τουρκο ,κει πουκανε τα παραπονα ο χριστιανος,για μικρα παιδια ,εμφανιζονται σπυρος και μπαμπης βλεπει ο ανθρωπος ..του συστηνονται ..δασκαλος και καθηγητης..εεεε καλα λεει μην ξαναπατε ομως και φεγει και ακουγεται ο μακαριτης..την παναγιτσα σας ...το σανο σας τον εχω το τριφυλακι σας το χω.το κριθαρακι σας τοχω στο τριφυλλι του ανθρωπου τι θελλατε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΉταν δημοκράτης και αντιαμερικάνος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαϊδευτικά την ΕΣΣΔ την έλεγε αρκουδίτσα και κάπου μέσα τους ήλπιζε ότι θα βάλει τα πράγματα τα παγκόσμια στη θέση τους....
Αιωνία του η μνήμη.
(ο χωρίς ψευδώνυμο)
Εβγάνανε το αυλάκι καμιά δεκαριά νοματαίοι στου Κατσιόγιαννη το μύλο ,στον κάμπο της Ρουπακίνας,για να ποτίσουνε τα αραποσίτια.Αναμεσά τους κι ο Ματαρατσάς που δεν κουμπονώτανε κι ακούμπαγε η ψολί του στο νερό.Κι ήτανε κι η Τριάντω τσιούπα και πάει κάτω από το θόλο του μύλου και κοιμάται τα ανάσκελα.Μόλις βάλανε το νερό την έβγαλε κάτω προς της Κυράς το γεφύρι.Φούσκωσε το νερό και την πήρε και τρέχει ο Τούρκος και τη σήκωσε και της λέει- Κλείσε το στόμα σου για θα μπεί νερό και θα βουλώσεις .Και την έπιασε απ΄τις μασχάλες τη σήκωσε και την πήγε στου πατέρα της το μύλο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈφη Τσιαγκροβαγγελιά +
Την άλλη μέρα που εδιάει για να ποτίσει ο Τούρκος τα αραποσίτια από του Κατσιάγιαννη το μύλο την ήβρε την Τριάντω μοναχή και της τραγουδά για να χορέψει: "Πιτσιρίκα μη σε μέλλει το φιλί σου είναι μέλι,Πιτσιρίκα δεν έχεις προίκα,πιτειρίκα έχεις γλύκα " - Το πάω καλά Γιώργη;και της απαντά - Γιά σου ασλάνα μου.Πήγαινε με προοπτική για να του δώκουν το μύλο,αλλά πού τους ξεγελάς τους Κατσιάίους ;Στο τέλος του δώσανε για προίκα κάτι ξεροχώραφα στην Περαμεριά στη θέση Νερούλια και τα σπέρνανε.
ΑπάντησηΔιαγραφή΄Εφη Τσιαγκροβαγγελιά +
τσιαγροβαγγελια γραψε κι αλλα
ΑπάντησηΔιαγραφήναι...
ΑπάντησηΔιαγραφή