Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

Φτωχοδιάβολοι και λευκά κολάρα

Μεταξύ της δικαστικής εξουσίας και της απονομής της δικαιοσύνης υπάρχει τέτοια άβυσσος που χωράνε μαζί παράδεισος και κόλαση. Φυσικά χωράνε δικαστές και εισαγγελείς, άνθρωποι με τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους, νόμοι και διατάξεις και ένα απροσδιόριστο μέγεθος που λέγεται κρίση του δικαστή.

Δίπλα στην αντικειμενικότητα και την αυστηρότητα των νόμων υπάρχει η απολύτως υποκειμενική κρίση αυτού που δικάζει η οποία απορρέει από το δικαίωμα στην ελεύθερη άποψη. Από αυτήν τη μεγάλη πόρτα της ελευθερίας, στο όνομά της μάλιστα, αρκετές φορές περνάνε η δικαστική απόφαση με προκαταλήψεις, η άδικη απόφαση και πιο σπάνια η κατανόηση και η επιείκεια.

Οταν μια καθαρίστρια που πλαστογράφησε το απολυτήριο του δημοτικού όχι για να εισπράξει τα λεφτά του δημοσίου σε μορφή μίζας, αλλά για να καθαρίζει τις βρομιές μας μπαίνει δέκα χρόνια στη φυλακή, τότε τη Δικαιοσύνη δεν την περισώζουν ούτε οι ανακοινώσεις των συνδικαλιστικών της οργάνων ούτε οι επικλήσεις των νόμων ούτε οι δικαιολογίες όσων δίκασαν.


Όσοι δίκασαν αυτήν τη γυναίκα είμαι βέβαιος ότι έχουν να αντιπαραθέσουν διφορούμενη νομολογία και αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου που τους οδήγησαν σε αυτήν την καταδίκη. Αποκαλύπτουν όμως την απόστασή τους από την κοινωνία και αυτό καθαυτό το δίκαιο και τη λειτουργία της συνείδησής τους. Δεν με νοιάζει αν οι δικαστές που καταδίκασαν τον Τάσο Μαντέλη με εξαγοράσιμη ποινή παρότι ομολόγησε ότι καταχράστηκε χρήματα του δημοσίου για τα οποία δεν σφουγγάρισε πατώματα είναι άλλοι και με διαφορετική κρίση από αυτούς που έστειλαν στη φυλακή την καθαρίστρια. Η Δικαιοσύνη είναι ενιαία και ενιαίως εκτεθειμένη, γιατί διαπράττει πάντα το λάθος της εύνοιας υπέρ του ισχυρού.

Παραθέτω αυτούσια την απόφαση εφετείου της Αθήνας για άλλη γυναίκα που πλαστογράφησε απολυτήριο λυκείου για να προσληφθεί και αυτή ως καθαρίστρια:

«Κηρύσσεται αθώα η κατηγορουμένη-δημόσια υπάλληλος, η οποία κατά τον διορισμό της προσκόμισε πλαστό απολυτήριο Λυκείου, καθώς η παροχή μισθών εκ μέρους του Δημοσίου ισοσταθμίστηκε από την ισάξια αντιπαροχή της κατηγορουμένης, ήτοι την παρασχεθείσα εκ μέρους της εργασία. Συνεπώς, ουδεμία βλάβη υπέστη το Δημόσιο. Αλλωστε για την εν λόγω θέση δεν απαιτούνταν ιδιαίτερες γνώσεις και δεξιότητες και, επομένως, η έλλειψη του εν λόγω τίτλου σπουδών δεν μπορούσε αντικειμενικώς να επηρεάσει την ποιότητα των παρεχόμενων από την κατηγορουμένη υπηρεσιών».

Το δικαστήριο αυτό που αποφάσισε όχι μόνο με το σπαθί της Δικαιοσύνης αλλά και με τη ζυγαριά της είχε απέναντι τους ίδιους νόμους αλλά διαφορετική κρίση. Σε μια άλλη περίπτωση δίωξης για πλαστογραφία με διωκόμενη την αντιδήμαρχο Παλαιού Φαλήρου και εκλεκτή του Κυριάκου Μητσοτάκη , η Δικαιοσύνη εξάντλησε όλη την επιείκειά της στην άριστη της ΝΔ δίνοντας έξι αναβολές και οδηγώντας την στον δρόμο της παραγραφής.

Δύο ιερά αξιώματα καλύπτουν προκλητικά συνήθως όσα συμβαίνουν στη Δικαιοσύνη: πρώτον, ότι η κοινωνία τής έχει απόλυτη εμπιστοσύνη και, δεύτερον, ότι είναι ανεξάρτητη. Κανένα δεν ισχύει. Η έλλειψη εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη εκφράζεται κάθε μέρα στην κοινωνία. Οι μόνοι που έχουν εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη είναι οι πλούσιοι και επώνυμοι υπόδικοι οι οποίοι ξέρουν ότι θα καταφέρουν να καθυστερήσουν την απονομή της και ίσως και να ξεφύγουν με τρόπο που η ίδια η Δικαιοσύνη δεν εξηγεί. Οσο για την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα δεν υπάρχουν με τη ρομαντική έννοια, όπως δεν υπάρχουν και στη δημοσιογραφία. Οι δικαστές και οι εισαγγελείς αποδίδουν ως αντικειμενικότητα το προσωπικό υποκειμενικό τους σύστημα που αποτελείται από την παιδεία τους, τις κοινωνικές συναναστροφές, τις πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις και οτιδήποτε τους διαμόρφωσε. Η κρίση τους είναι υποκειμενική και δεν γίνεται διαφορετικά. Το θέμα είναι σε αυτή την κρίση να συνυπάρχουν η συνείδηση και η αξιοπρέπεια.

Αυτή η συνείδηση και η γνώση της κοινωνικής πραγματικότητας είναι που πρέπει να καθοδηγούν τον δικαστή για να σταθμίσει, να ιεραρχήσει και να πάρει αποφάσεις συμβατές με τη ζωή εκτός από τους νόμους.

Ο δικαστής που δεν επικαλείται την κρίση του για να συμβαδίσει με την κοινωνία στο πλαίσιο πάντα του νόμου ή που τη χρησιμοποιεί για να μεροληπτήσει υπέρ του ισχυρού μπορεί να ξέρει τους νόμους αλλά δεν τους θέτει στην υπηρεσία της κοινωνίας και της ιδέας της Δικαιοσύνης.

Οι φτωχοδιάβολοι που παρανομούν απειλούν τη νομιμότητα αλλά ποτέ αυτή καθαυτή την ιδέα της δικαιοσύνης και την κοινωνία. Καμιά απολυτότητα, ούτε αυτή της λατρείας στους νόμους, δεν παράγει κοινωνική δικαιοσύνη και ελευθερία. Η κοινωνία δεν χρειάζεται Ιερές Εξετάσεις και Φερδινάνδους που αναφωνούν: «Ας επικρατήσει η δικαιοσύνη και ας χαθεί ο κόσμος».

Θα έχω ωστόσο πάντα την ίδια απορία: πώς γίνεται τα λάθη στην απονομή δικαιοσύνης να μεροληπτούν υπέρ των εγκληματιών του λευκού κολάρου αλλά ποτέ υπέρ των καθαριστριών.
Κώστας Βαξεβάνης

4 σχόλια :

  1. Ανώνυμος26/11/18 23:03

    επρεπε να κηρυχθει αθωα χωρις ελεημοσυνες κανενος, γιατι η απατη που δικαστηκε δεν υπαρχει, μιας κι ο νομος απαιτει ζημια του δημοσιου ,το οποιο δεν την επαθε, αφου αυτη προσφερε ισαξια με τους μισθους της εργασια..καθε αλλη αποψη και ανακοινωση ειναι της νομικης ντροπης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος27/11/18 11:58



    Η δεύτερη τάση της νομολογίας, η οποία έγινε και κυρίαρχη μετά την υπ. αριθμ. 196/15 απόφαση του ΑΠ θεωρεί ότι και αντιπαροχή εργασίας να υπάρχει, εάν αυτή προήλθε με παράνομο διορισμό δεν συνιστά αντιστάθμισμα. Επί λέξει αναφέρει η απόφαση:

    «Στην περίπτωση π.χ. όπου κάποιος, προσκομίζοντας πλαστό πτυχίο, πετύχει να προσληφθεί σε δημόσια θέση, καίτοι δεν έχει τα νόμιμα προσόντα να καταλάβει αυτή τη θέση και συνεπώς να παράσχει τις υπηρεσίες που παρέχει όποιος έχει τις απαιτούμενες γνώσεις και τα νόμιμα προσόντα και προσελήφθη εκ του λόγου αυτού παρανόμως, δεν μπορεί να επικαλεσθεί ότι η ζημία του Δημοσίου από την καταβολή σ’ αυτόν αποδοχών της θέσεως που παρανόμως κατέλαβε έχει ισοσταθμισθεί από την παροχή της (μη νόμιμης) εργασίας του και ότι, επομένως δεν έχει τελεσθεί το έγκλημα της απάτης». Με αυτό το σκεπτικό όλες οι πράξεις πλαστών πτυχίων καθιστούσε ζημία του δημοσίου κάθε μισθό του εργαζομένου, παρόλο που δούλεψε, με αποτέλεσμα εάν το σύνολο των μισθών ξεπερνά ένα ποσό να έχουμε κακούργημα και πολλές φορές με τις επιβαρυντικές περιστάσεις περί καταχραστών του δημοσίου.

    Οι δικαστές λοιπόν ακολουθώντας αυτήν την δεύτερη ερμηνεία της νομολογίας, την οποία δυστυχώς, κατά την άποψη του γράφοντος, ακολούθησε ο ΑΠ, επέβαλαν την ποινή των 10 ετών, που βάσει αυτής της ερμηνείας ήταν η μικρότερη (!!!!!) δυνατή, που μπορούσαν.

    Το πρόβλημα είναι κυρίαρχα κοινωνικό διότι εάν ο ΑΠ εμένει σε αυτήν την νομολογία του θα αντιμετωπίσουν παρόμοια προβλήματα εκατοντάδες χρήστες πλαστών τίτλων, που πρόκειται να δικασθούν και διώκονται με τις επιβαρυντικές διατάξεις.

    Δεν φταίει λοιπόν ο νόμος που υπάρχει, αλλά η ερμηνεία του όρου ζημία του δημοσίου που έγινε από τον ΑΠ στην αναφερομένης απόφαση και ακολουθείτε από τα δικαστήρια ουσίας..

    Εάν δεν αλλάξει αυτό το πνεύμα της νομολογίας η καταδίκη της καθαρίστριας θα είναι η αρχή πολλών άλλων πολυετών καθείρξεων.


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος27/11/18 17:43

    σωστη η αναλυση..τη λυση την ειπα περιληπτικα και εκλαικευμενα στο πρωτο σχολιο.το κακο ειναι οτι και οι ενωσεις δικαστων και εισαγγελεων απεδωσαν ευθυνες στο ν 1608/1950 χωρις να μας πουν γιατι η παροχη εργασιας που ειναι πραγματικη κατασταση αποτιμητη σε χρημα και ιση με τους μισθους δεν υπολογιζεται.ειναι τιμωρια περαν του νομου να μην την λαμβανεις υποψη που πληττει στοιχειο της αντικειμενικης υποστασης του εγκληματος της απατης ..σωστη θεση πηρε ο Δικηγορικος Συλλογος Αθηνων με ανακοινωση του

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος27/11/18 20:13

    Οσοι ζήτησαν την κεφαλή επι πίνακι της καθαρίστριας μπορουν να μας πουν τι απέγινε μ αυτη την κυρία???

    https://www.newsbeast.gr/greece/arthro/671483/dioikitria-tou-elena-me-plasta-ptuhia

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψιν σας τα ακόλουθα:
• Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές, ή χυδαιολογίες.
•Μην δημοσιεύετε άσχετα, με το θέμα, σχόλια.
•Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
Με βάση τα παραπάνω η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία προειδοποίηση.