«Σ’ έναν ωκεανό από ψεύδη η αλήθεια μοιάζει κι εκείνη ψέμα.»
Τζορτζ Όργουελ (;)
Σίγουρα θα το ‘χετε δει κι εσείς. Στην εθνική από Λάρισα
προς Θεσσαλονίκη, λίγο έξω από την Κατερίνη, υπάρχει μια τεράστια ταμπέλα:
Προβατοτεχνική.
Εμείς, ως οικογένεια, το είχαμε δει πρώτη φορά πριν δύο
χρόνια, αλλά δεν το σχολιάσαμε. Μόνο φέτος, καθώς γυρνούσαμε απ’ το Πήλιο, το
επισήμανα στους άλλους δύο, γελάσαμε, κι αναρωτηθήκαμε τι πουλούσε.
«Μάλλον θα έχουν ειδικά εργαλεία σφαγής προβάτων», είπε ο
οδηγός που διάβαζε Στίβεν Κινγκ.
«Μη γίνεσαι μακάβριος και πεζός», είπε η Ελένη απ’ το
κάθισμα του συνοδηγού. «Μπορεί να φτιάχνουν… πρόβατα.»
«Τι εννοείς;»
«Ρομπότ πρόβατα.»
«Και σε τι θα χρησιμεύει ένα ρομποτοπρόβατο;»
«Αν έχεις ένα τέτοιο μες στο κοπάδι σώζει από λύκους και
κλέφτες τα υπόλοιπα.»
«Έχει και ενσωματωμένα λέιζερ ή φλογοβόλα;»
«Μπορεί μόνο συναγερμό και κάμερες, μη γίνεσαι μακάβριος.»
Όμως την καλύτερη ιδέα την είχε ο Τηλέμαχος, στο πίσω
κάθισμα.
«Ίσως να φτιάχνουν κανονικά πρόβατα», είπε.
«Δηλαδή;»
«Κλωνοποίηση.»
«Η κλωνοποίηση δεν επιτρέπεται στην Ελλάδα», του είπα. Η
λογική φωνή του ενήλικα.
«Γι’ αυτό το λένε προβατοτεχνική κι όχι κλωνοποιητική», είπε
ο Τηλέμαχος.
Είναι δώδεκα χρονών, σχεδόν έφηβος, κι όλη μέρα την περνάει
στο youtube, κάτι ξέρει κι αυτός. Θα μπορούσαν να κλωνοποιούν πρόβατα -κι όχι
μόνο. Θα μπορούσε να έχει δίκιο.
Η ιστορία θα τελείωνε εκεί, με λίγες αστείες υποθέσεις στον
δρόμο για το σπίτι. Για να είμαι ειλικρινής θα προτιμούσα κάτι τέτοιο. Όμως η
τύχη -η κακή μου τύχη- τα ‘φερε αλλιώς.
~~
Στις αρχές του φετινού καλοκαιριού, λίγο μετά από την αστεία
συζήτηση για την προβατοτεχνική, χρειάστηκε να πάω στην Κατερίνη. Είχα βρει στο
ίντερνετ μια μάντρα όπου πουλούσαν πάμφθηνα γρανάζια για εργοστασιακές μηχανές.
Εργοστάσιο δεν έχω, ούτε μηχανικός είμαι, όμως ήθελα να
φτιάξω μια steam punk κατασκευή: Τον Μεγαλέξανδρο από γρανάζια και μέταλλα.
Φανταστείτε την έκπληξη μου όταν είδα ότι η μάντρα με τα
γρανάζια ήταν ακριβώς δίπλα στην Προβατοτεχνική ΕΠΕ. Δεν έχασα την ευκαιρία.
Μπήκα να ρωτήσω και να μάθω τι έφτιαχναν.
Το ισόγειο της εταιρείας δεν είχε τίποτα το βουκολικό. Στην
πραγματικότητα δεν είχε τίποτα απολύτως. «Ο μινιμαλισμός είναι μια υπερβολική
εκδήλωση διακόσμησης», έμοιαζε να έλεγε. Θύμιζε περισσότερο Silicon Valley (του
2054), παρά Κατερίνη.
Ο ένας τοίχος, ο πίσω, ήταν μια τεράστια οθόνη όπου
εναλλάσσονταν υπέροχα τοπία απ’ όλο τον κόσμο. Τα λεβαντοχώραφα στη Γαλλία, τα
φιόρδ της Νορβηγίας, τα Βραχώδη όρη, ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος, κι άλλα
παρόμοια εξίσου γραφικά.
Οι άλλοι δυο τοίχοι ήταν βαμμένοι σε μπλε του κοβαλτίου.
Μπροστά στην οθόνη στεκόταν ένα μινιμαλιστικό γραφείο σε κόκκινο του καδμίου.
Τα χρώματα της επιτυχίας, μπλε και κόκκινο.
Τίποτα άλλο στον χώρο -όπου άνετα έπαιζαν ποδόσφαιρο δυο
ομάδες τρίτης κατηγορίας.
Τίποτα, με εξαίρεση μια γυναίκα πίσω απ’ το γραφείο, που
ήταν ντυμένη-βαμμένη-στημένη-όμορφη, σαν ιπτάμενη συνοδός της βασιλικής
οικογένειας του Κατάρ.
Καθώς πλησίαζα προς την υποδοχή σκέφτηκα μόνο: «Εδώ μέσα δεν
πουλάνε τίποτα σχετικό με πρόβατα.»
Η γυναίκα στην υποδοχή δεν φάνηκε να ξαφνιάζεται από την
απροειδοποίητη είσοδο ενός καλλιτέχνη. (Θέλω να πιστεύω ότι μοιάζω με
καλλιτέχνη κι ότι όλοι με βλέπουν έτσι). Με ρώτησε αν μπορούσε να με βοηθήσει.
«Σίγουρα», της είπα. «Ήθελα μόνο να ρωτήσω κάτι.»
«Ορίστε.»
«Τι πουλάτε;»
«Τι εννοείτε;»
«Τι πουλάει η εταιρεία σας;»
«Γιατί ρωτάτε;»
«Γιατί… Μου φάνηκε περίεργο το όνομα. Έτσι απλά.»
«Πώς ονομάζεστε;»
«Έχει κάποια σημασία αυτό;»
«Γιατί ρωτάτε;»
Για μια στιγμή αναρωτήθηκα μήπως είχε δίκιο η Ελένη. Αλλά να
μην έφτιαχναν ρομποτοπρόβατα, αλλά ρομπότ ρεσεψιονίστ.
«Απλή περιέργεια», της απάντησα.
Η γυναίκα άγγιξε κάποια εικονίδια στην -αθέατη για μένα-
οθόνη αφής. Ένιωσα ότι με κοιτούσαν ή ότι με φωτογράφιζαν κάμερες.
«Λυπάμαι», μου είπε μετά. «Αλλά δεν μπορώ να ικανοποιήσω την
περιέργεια σας.»
«Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα, έτσι;» της είπα.
Δεν γέλασε. Ούτε καν χαμογέλασε. Μάλλον δεν της είχαν βάλει
χιούμορ στο λογισμικό της. Μόνο με κοιτούσε. Αλλά δεν ήξερε πού είχε μπλέξει.
«Δηλαδή, εννοώ… Δεν θέλω να μου πείτε λεπτομέρειες και τιμές
και σε ποιον φορολογικό παράδεισο στέλνετε τα κέρδη σας». Πάλι δεν γέλασε.
«Μόνο αν φτιάχνετε εργαλεία για πρόβατα ή ρομποτοπρόβατα. Ή μήπως κλωνοποιείτε
πρόβατα;»
Η γυναίκα άγγιξε ένα άλλο εικονίδιο.
«Τώρα θα σας παρακαλούσα να φύγετε», μου είπε τόσο ευγενικά
που τρόμαξα.
«Μα γιατί;» συνέχισα παρά τον τρόμο. «Κατάλαβα, δεν
επιτρέπεται να μιλήσεις, σε ακούνε. Ίσως να είναι κι αντίθετο στις οδηγίες που
έχεις στο τσιπάκι του ηλεκτρονικού σου εγκεφάλου.» Δεν γέλασε. «Το βρήκα! θα
σου λέω διάφορα, απλές πιθανότητες, κι εσύ μπορείς ν’ ανοιγοκλείσεις τα μάτια
όταν πω κάτι σωστό. Λοιπόν… Κλωνοποίηση.»
Δεν πρόλαβα να θέσω δεύτερη επιλογή. Μια πόρτα -που δεν
έμοιαζε με πόρτα- άνοιξε στο δεξί μπλε του κοβαλτίου τοίχο. Και βγήκαν δυο
κοστουμαρισμένοι που θύμιζαν τον πράκτορα Σμιθ στο Matrix -και οι δύο, σαν να
ήταν κλώνοι.
«Παρακαλώ, ακολουθήστε μας, κύριε Ανετάκη», μου είπαν και
στάθηκαν δεξιά κι αριστερά μου, χωρίς να μ’ αγγίζουν.
Με συνόδευσαν έξω σαν πολεμικά αεροσκάφη που αναχαιτίζουν
τουρκικό F16. Κατάλαβα ότι δεν έπρεπε να κάνω τίποτα άλλο απ’ το να φύγω -όσο
πιο γρήγορα γινόταν.
Μόνο εκεί, σαν βρέθηκα έξω, έκανα την πιο σημαντική ερώτηση:
Πώς, στο διάολο, ήξεραν το επίθετο μου;
Αγόρασα όσα γρανάζια χρειαζόμουν και οδήγησα για το σπίτι.
Ένιωσα ανακούφιση όταν μπήκα στο στούντιο -χωρίς να μου συμβεί κάποιο ατύχημα.
Όμως δεν μπορούσα να βγάλω απ’ το μυαλό μου την Προβατοτεχνική Ε.Π.Ε.
~~{}~~
Ίσως να το γνωρίζετε ότι οι καλλιτέχνες είμαστε ηλιθιωδώς
παράξενοι άνθρωποι. Ο κόσμος θα ήταν πολύ πιο απλός αν δεν υπήρχαμε. Δυο και
δύο κάνει πάντα τέσσερα, τα σώματα πέφτουν πάντα προς τα κάτω, ο δράκουλας ήταν
κόμης της Ρουμανίας. Κοινή λογική, ορθολογισμός, στατιστική κλπ.
Όμως αν στην Προβατοτεχνική ΕΠΕ φτιάχνουν ρομποτοπρόβατα,
αγαπητέ Φίλιππε Ντικ;
Τα ηλεκτρονικά πρόβατα ονειρεύονται ρομποτολύκους;
Ήθελα να μάθω τι γινόταν εκεί. Το Google δεν έβγαλε κανένα
αποτέλεσμα για «προβατοτεχνική». Κι αυτό ήταν παράξενο. Ακόμα και το περίπτερο
της γειτονιάς έχει πλέον δική του ιστοσελίδα. Μια τέτοια εταιρεία, με τόσο
χρήμα -φαινόταν στη διακόσμηση- γιατί ήταν ανύπαρκτη διαδικτυακά;
Κόλλησε το μυαλό μου. Εμμονή λέγεται κι οι καλλιτέχνες
είμαστε περιβόητοι για τις εμμονές μας.
Το βράδυ, όταν έπεσα να κοιμηθώ, μου ήρθε μια ιδέα -και
δούλεψα πυρετωδώς ως το πρωί για την πραγματώσω.
Αντέγραψα jpg τίτλους σπουδών απ’ τα κορυφαία πανεπιστήμια.
Της Κρήτης, του MIT, Τεχνολογίας και Μαθηματικών στο Νέο Δελχί, Γενετικής στο
Πεκίνο.
Έφτιαξα το όνομα και τις ημερομηνίες στο photoshop. Έπειτα
βρήκα τη διεύθυνση της μάντρας με τα γρανάζια κι έστειλα με το ταχυδρομείο ένα
πλήρες βιογραφικό στην Προβατοτεχνική ΕΠΕ. Με ψεύτικο όνομα, Δημήτρης
Παπαγεωργίου, και τόσα διδακτορικά στους τομείς της
γενετικής-ρομποτικής-νανοτεχνολογίας-κτηνοτροφικών ερευνών, που ήταν παράξενο
ότι δεν είχα πάρει ακόμα κάποιο νόμπελ.
Δούλευα σαν μανιακός ως το πρωί για να το φτιάξω και το
‘στειλα αμέσως μόλις άνοιξε το ταχυδρομείο -η υπάλληλος ξίνισε τα μούτρα της,
ούτε καφέ δεν είχε πιει.
Μετά γύρισα σπίτι και κοιμήθηκα ως το βράδυ. Όταν ξύπνησα
κατάλαβα ότι είχα κάνει κάτι βλακώδες, αλλά ήταν αργά να το αλλάξω. Οπότε το
αποδέχτηκα και το ξέχασα.
Το ξέχασα τελείως, μέχρι προχθές, που με πήραν τηλέφωνο απ’
την προβατοτεχνική.
~~{}~~
Καθώς οδηγούσα για Κατερίνη ένιωθα σαν εγκληματίας -και μου
άρεσε.
Η γυναικεία φωνή στο τηλέφωνο με ρώτησε αν είμαι ο κύριος
Δημήτρης Παπαγεωργίου. Στην αρχή πήγα να της πω ότι είχε πάρει λάθος αριθμό,
αλλά μετά μου ‘ρθε η φλασιά.
«Ναι, φυσικά, εγώ είμαι, ποιος με ζητάει;»
«Τηλεφωνώ απ’ την Προβατοτεχνική ΕΠΕ. Λάβαμε το CV σας
θέλουμε να κάνετε μια interview με τον CEO.»
Τα αγγλικά με μπέρδεψαν. Ως καλλιτέχνης δεν έχω στείλει ποτέ
βιογραφικό. Το κοινό είναι ο μόνος κριτής. Αλλά, εντάξει, δεν είμαι τελείως
ακοινώνητος.
«Πότε θέλετε;» τη ρώτησα.
«Μπορείτε στις έντεκα το πρωί, τριάντα Αυγούστου;»
«Αυτό είναι… Μεθαύριο;»
«Μεθαύριο.»
«Βεβαίως. Θα έρθω.»
«Ευχαριστούμε πολύ, θα σας περιμένουμε, κύριε Παπαγεωργίου.»
Στην Ελένη είπα, ως δικαιολογία, ότι χρειαζόμουν ένα ακόμα
γρανάζι για την ασπίδα του μεγαλέξανδρου.
«Είχε ασπίδα;» με ρώτησε.
«Ποιητική αδεία.»
Όταν έβγαινα απ’ την εθνική είδα πίσω μου ένα περιπολικό μ’
αναμμένο φάρο. Με προσπέρασε. Η αστυνομία δεν ασχολείται με πλαστά βιογραφικά.
~~{}~~
Είχα φροντίσει να ντυθώ καλά. Υποτίθεται ότι ζητούσα
δουλειά. Είχα φορέσει το υφασμάτινο παντελόνι και το γιλέκο του γάμου μου. Μια
λεπτομέρεια, ταιριαστή για εκκεντρικό επιστήμονα: Φορούσα κόκκινα σταράκια, σαν
να λέω «είμαι σοβαρός, αλλά είμαι και παράξενος».
Στην υποδοχή ήταν μια άλλη γυναίκα, ξανθιά αυτή τη φορά,
αλλά το ίδιο ιπτάμενη-συνοδός-βασιλικής-οικογένειας όσο κι η προηγούμενη.
Με καλωσόρισε (δεν με ρώτησε καν το όνομα μου) και δεν μ’
άφησε να περιμένω ούτε λεπτό. Μπήκαμε μαζί στο ασανσέρ. Κάτι παράξενο: τα
κουμπιά του ασανσέρ δεν είχαν αριθμό ορόφου. Δεν υπήρχε ισόγειο, πρώτος ή ρετιρέ.
Τίποτα. Μόνο κουμπιά.
Η κοπέλα πέρασε την κάρτα της απ’ το σκάνερ για να κλείσει η
πόρτα. Έπειτα πάτησε ένα κουμπί και χαμογέλασε.
Μες στο ασανσέρ έπαιζε ένα muzak κομμάτι, μια χλιαρή
ορχηστρική διασκευή που κάτι μου θύμισε. Μόνο σαν άνοιξε η πόρτα κατάλαβα ποιο
ήταν: Welcome to the machine.
«Από ‘δω, παρακαλώ», είπε η συνοδός του Κατάρ Έιρ κι άπλωσε
την παλάμη της σαν να μου δείχνει τις εξόδους κινδύνου στο αεροπλάνο.
Την ακολούθησα σ’ έναν μακρόστενο διάδρομο. Οι πόρτες, δεξιά
κι αριστερά, δεν είχαν κάποιο όνομα ή διακριτικό. Ήταν μόνο πόρτες. Σταμάτησε
μπρος σε μία, χτύπησε και μου είπε ότι με περίμενε ο κύριος Πάπας.
«Να φιλήσω το δαχτυλίδι του;» ρώτησα. Εκείνη δεν γέλασε.
«Ο κύριος Νικ Πάπας είναι ο γενικός διευθυντής της
Προβατοτεχνικής», μου είπε κι άνοιξε την πόρτα.
Το γραφείο του Πάπα δεν ήταν καθόλου χλιδάτο -ούτε
ρωμαιοκαθολικό. Πιο πολύ έμοιαζε με γραφείο ασφαλιστή.
Εκείνος σηκώθηκε όρθιος σαν με είδε. Ήταν δέκα πόντους πιο
ψηλός από μένα, σχεδόν δυο μέτρα. Γκριζομάλλης, αλλά καλογυμνασμένος. Ντράπηκα
για τα δέκα κιλά που μου περίσσευαν.
Ήταν ντυμένος απλά. Τζιν παντελόνι και άσπρο πουκάμισο.
Σημιτική μύτη και μάτια στο χρώμα του οινοπνεύματος, σχεδόν διάφανα.
Μου έδωσε το χέρι του -απόλυτα στεγνό, σε αντίθεση με το
δικό μου που έσταζε- και μου ζήτησε να κάτσω. Στην προφορά του ακουγόταν κάτι
απ’ την ανατολική ακτή, κάτι από Βοστώνη, Χάρβαρντ, κάτι τέτοιο.
Με καλωσόρισε και με ρώτησε αν ήθελα κάτι να πιω, καφέ ή
αναψυκτικό. Αρνήθηκα και μόνο τότε έφυγε η ιπτάμενη συνοδός.
«Κύριε Ανετάκη», μου είπε ο Πάπας, «σας ευχαριστούμε που
ήρθατε.»
«Συγνώμη.»
«Ορίστε.»
«Κάποιο λάθος έχει γίνει. Εγώ ονομάζομαι Δημήτρης…»
«Ξέρουμε ποιος είστε», μ’ έκοψε ο Πάπας. «Όπως ξέρουμε,
βεβαίως, ότι το βιογραφικό σας είναι πλαστό.»
Παντελόνια κάτω, χέρια ψηλά. Μήπως να φεύγω όσο πιο γρήγορα
γίνεται; Όχι, η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, έτσι δεν λένε; Αποφάσισα να
περάσω στην επίθεση.
«Τι κάνετε εδώ, κύριε Πάπας; Αν είναι αυτό το αληθινό σας
όνομα.»
«Είναι το αληθινό μου όνομα. Τα τελευταία είκοσι χρόνια»,
είπε ο Πάπας, αλλά σίγουρα δεν ήταν εικοσάχρονος.
«Είστε της CIA;» τον ρώτησα.
Χαμογέλασε και κοίταξε αριστερά. Κάπου είχα διαβάσει ότι
όποιος το κάνει σημαίνει ότι ετοιμάζεται να πει ψέματα.
«Και σκαρώνω ένα πραξικόπημα στην Ελλάδα», είπε χωρίς να
σταματήσει να χαμογελάει.
«Αλήθεια;»
«Κύριε Ανετάκη. Στην Ελλάδα δεν χρειάζεστε πραξικόπημα.»
«Όχι;»
«Όχι. Όλα είναι υπό έλεγχο… Και ο σταθμός της CIA βρίσκεται
στην Αθήνα, όχι στην Κατερίνη.»
Άνοιξε το συρτάρι του γραφείου του. Για μια στιγμή σκέφτηκα
ότι θα ‘βγαζε ένα περίστροφο για να με καθαρίσει. Αυτός έβγαλε κάτι πιο γραφικό
κι από μυθιστόρημα του Ρέημοντ Τσάντλερ. Ένα πακέτο τσιγάρα.
«Καπνίζετε;» με ρώτησε.
«Όχι, μόνο ηλεκτρονικό πλέον, κι αυτό προσπαθώ να το κόψω.»
«Φοβάστε τον καρκίνο του πνεύμονα», είπε κι έβαλε ένα
τσιγάρο στα χείλη. Το άναψε χωρίς να φαίνεται ότι φοβόταν.
«Λοιπόν, κύριε Ανετάκη. Γιατί ήρθατε εδώ; Χωρίς να μου πείτε
για βιογραφικά απ’ το ΜΙΤ. Στη Μασαχουσέτη σπούδασα.»
«Απλώς ήθελα να μάθω τι πουλάτε στην Προβατοτεχνική.»
«Τι πουλάμε; Ασφάλεια. Πουλάμε την εγγύηση ότι ο κόσμος θα
συνεχίσει να γυρνάει.»
«Δεν καταλαβαίνω.»
«Βεβαίως και δεν καταλαβαίνετε. Αν καταλαβαίνατε θα είχαμε
αποτύχει.»
Τράβηξε μια δυνατή ρουφηξιά και μου εξήγησε.
~~
Η Προβατοτεχνική ΕΠΕ είναι ένας απ’ τους μικρότερους
«σταθμούς» μιας πολυεθνικής εταιρείας.
Η αρχική εταιρεία ιδρύθηκε στις ΗΠΑ, το 1963, τη χρονιά που
δολοφονήθηκε ο JFK. Είναι η Sheep Inc.
Στόχος της: Η παγκόσμια και αέναη ειρήνη. Όχι ειρήνη χωρίς
πολέμους, αυτό είναι ανέφικτο και αντι-οικονομικό. Αλλά παγκόσμια ταξική
ειρήνη. Η Sheep Inc προσπαθεί να διαφυλάξει την ισορροπία 99 προς 1.
«Απλά πράγματα», είπε ο Πάπας. «Να πείσουμε τους φτωχούς ότι
είναι προς το συμφέρον τους να παραμείνει η κοινωνία ως έχει. Να πείσουμε τα
πρόβατα ότι δεν μπορούν να είναι τίποτα άλλο από πρόβατα.»
Το Τέλος της Ιστορίας ξεκίνησε το 1963, όταν ιδρύθηκε η
Sheep Inc.
«Είναι κάτι σαν τις δέκα τεχνικές χειραγώγησης της κοινής
γνώμης;» τον ρώτησα.
«Που υποτίθεται ότι έγραψε ο Τσόμσκι;» είπε ο Πάπας και
γέλασε. «Έχει σχέση και μ’ αυτό. Αλλά.. Για παράδειγμα, το facebook το ξέρεις;»
«Ποιος δεν το ξέρει;»
«Ακριβώς! Νομίζεις ότι το έφτιαξε ένας εικοσιτριάχρονος
φοιτητής, ο Ζουκεμπεργκ;»
«Η Sheep το έκανε;»
«Όχι βεβαίως. Ο Όργουελ το έκανε. Ναι, μην με κοιτάς έτσι, ο
Τζόρτζ Όργουελ με το 1984 του. Αυτός έβαλε την ιδέα. Η Sheep απλώς την
προσάρμοσε στην ψηφιακή τεχνολογία. Και τη βελτίωσε μπορώ να πω.»
Μου εξήγησε τι συμβαίνει. Η Sheep Inc έχει στρατολογήσει
τους καλύτερους επιστήμονες και τεχνοκράτες όλου του κόσμου, σε όλον τον κόσμο.
Αλλά κανείς τεχνοκράτης δεν μπορεί να κατεβάσει μια ιδέα τόσο εξωφρενική -κι
ανέφικτη- όσο ένας καλλιτέχνης.
Η Sheep παίρνει τα όπλα της από εκείνους που υποστηρίζουν,
γράφουν, μάχονται για το ακριβώς αντίθετο: Ισότητα, σοσιαλισμός, κομμουνισμός,
αναρχισμός και λοιπά.
«Ό,τι φαντάζονται εκείνοι εμείς το πραγματοποιούμε», είπε ο
Πάπας. «Κι ακόμα παραπάνω. Τους κάνουμε, κάνουμε εσάς, Έλληνες, Κινέζους,
Αμερικάνους, να πιστεύετε τ’ απίστευτα. Ότι θα πέσει αστεροειδής στη Γη, ότι θα
ξεσπάσει πανδημία, ότι υπάρχουν πυρηνικά…»
«Μια στιγμή», του είπα. «Πυρηνικά υπάρχουν.»
«Ναι, σίγουρα», είπε ο Πάπας και γέλασε -ξανά.
«Δεν υπάρχουν;»
«Υπάρχει η ιδέα. Υπάρχει ο ψυχρός πόλεμος. Υπάρχουν κι οι
ταινίες. Υπάρχει ο φόβος. Τι κάνει τους ανθρώπους πρόβατα. Ο φόβος του λύκου.»
«Προβατοτεχνική;»
«Μόλις που αρχίζεις να πιάνεις το νόημα. Κάποιες φορές, για
να τους πείσεις ότι κάτι δεν υπάρχει πρέπει να τους το πασάρεις όλη την ώρα.
Περιοχή 51 στη Νεβάδα. Όλες οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας λένε γι’ αυτήν.
Και για τους εξωγήινους που κρύβουμε εκεί.»
«Υπάρχουν εξωγήινοι;»
«Βεβαίως όχι, πώς σου ήρθε αυτή η ιδέα;»
Πήρα ένα τσιγάρο. Είχα τρία χρόνια να καπνίσω, αλλά το
χρειαζόμουν.
«Ο καλύτερος πελάτης της Sheep αυτή τη στιγμή είναι η
κινεζική κυβέρνηση», είπε ο Πάπας. «Ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι. Αν το δέκα
τοις εκατό επαναστατήσει θα έχουμε εκατό εκατομμύρια επαναστάτες. Κανείς
στρατός δεν θα μπορεί να τους σταματήσει. Το τέλος του πολιτισμού. Γι’ αυτό
υπάρχουμε εμείς. Χωρίς τη Sheep ο κόσμος θα χανόταν στο χάος της αναρχίας.»
Είχα καταλάβει ποιοι ήταν και τι έκαναν. Αλλά υπήρχε ένα
σημαντικό ερώτημα, που βγήκε μαζί με καπνό.
«Εμένα γιατί με καλέσατε εδώ;»
«Πόσοι άνθρωποι ταξιδεύουν προς Θεσσαλονίκη κάθε μέρα;
Χιλιάδες. Αλλά εσύ ήθελες να μάθεις τι πουλάμε. Αφού μπήκε ένας θα μπει και
δεύτερος. Όπου δεις μια κατσαρίδα να είσαι βέβαιος ότι υπάρχει κι άλλη.»
«Ευχαριστώ για τη σύγκριση.»
«Γιατί; Οι κατσαρίδες είναι υπέροχα έντομα. Μηχανές
επιβίωσης.»
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο του. Ο Πάπας απάντησε
κι άρχισε να μιλάει αραβικά -ή κάτι παρόμοιο, μπορεί κι εβραϊκά.
«Κι οι Εβραίοι; Τα πρωτόκολλα της Σιών;» τον ρώτησα σαν το
έκλεισε. «Είναι κι αυτοί μέρος της… προβατοτεχνικής σας;»
«Απ’ τ’ αγαπημένα μας. Οι Εβραίοι, οι μασόνοι, οι
illuminati… Ο Νταν Μπράουν είναι απ’ τους πιο υψηλόμισθους συγγραφείς μας.»
Άναψε κι άλλο τσιγάρο. Είχε κάνει τέσσερα όση ώρα ήμουν
εκεί.
«Αλλά κανένα εργαλείο δεν φτάνει το ίντερνετ. Youtube, fake
news, άπειρα μπλογκ συνωμοσιολόγων. Ο καθένας γράφει ό,τι του ‘ρθει. Ή ό,τι του
πούμε. Η τηλεόραση είναι γατάκι. Το ίντερνετ είναι γκοτζίλα.»
«Κι αυτοί που αποκαλύπτουν την αλήθεια; Σαν τον Τσόμσκι ή …»
«Ακόμα δεν το ‘χεις καταλάβει. Οι μισοί απ’ αυτούς είναι
υπάλληλοι της Sheep, χαμηλόμισθοι. Οι άλλοι μισοί μας εξυπηρετούν άθελα τους.
Σ’ έναν ωκεανό από ψεύδη η αλήθεια μοιάζει κι εκείνη ψέμα. Ποιος λογικός
άνθρωπος θα πίστευε ότι μας ψεκάζουνε; Εσύ το πιστεύεις;»
«Όχι. Μας ψεκάζετε;»
Δεν μου απάντησε ευθέως. Μόνο μου πρότεινε τσιγάρο.
«Υπάρχουν χειρότερα απ’ αυτό στην ατμόσφαιρα. Πάρε», μου
είπε. Και πήρα.
«Μήπως έχει βρεθεί κι η θεραπεία του καρκίνου;»
«Περίμενε να διαβάσεις το καινούριο μυθιστόρημα του Νταν
Μπράουν. Θα βγει τον Μάιο του 2019. Ταινία θα γίνει το 2020. Θα λέγεται: Η
θεραπεία.»
Ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα. Ήταν η ιπτάμενη συνοδός.
«Κύριε Πάπα, σε δέκα λεπτά έχετε συνάντηση στο skype.»
«Ευχαριστώ πολύ, Μαρία», της είπε ο Πάπας κι εκείνη βγήκε
πατώντας στα νύχια. Τότε μόνο κατάλαβα ότι ήταν ξυπόλητη.
«Απόγονος της Μαγδαληνής;» τον ρώτησα.
«Καλό», είπε εκείνος. «Αλλά τότε δεν θα την είχαμε στην
Κατερίνη. Λοιπόν, κύριε Ανετάκη, νομίζω ότι η συνάντηση μας τελείωσε.»
Ανακάθισα. Σκέφτηκα ότι είχε έρθει η ώρα να πατήσει ένα
κουμπί, να ‘ρθουν οι πράκτορες Σμιθ και να με εξαφανίσουν.
«Το Matrix;» τον ρώτησα για να κερδίσω χρόνο. «Δική σας
επινόηση;»
«Όχι, οι αδελφοί Γουατσόφσκι το σκέφτηκαν, αν και νομίζω ότι
κι εκείνοι πήραν την ιδέα από κάποιον τρελάρα, έναν κομίστα. Αλλά το
δουλεύουμε. Το Matrix είναι το Άγιο Δισκοπότηρο της προβατοτεχνικής. Δύσκολο
ακόμα, δεν έχουμε την τεχνολογία. Σε είκοσι χρόνια ίσως.»
Σηκώθηκε απ’ την καρέκλα του χωρίς να πατήσει κανένα κουμπί.
Τον μιμήθηκα.
«Λοιπόν, κύριε Ανετάκη, χάρηκα που σας γνώρισα.»
Μου έδωσε το στεγνό του χέρι.
«Αυτό ήταν;» του είπα.
«Ναι, λυπάμαι, αλλά έχω ένα ραντεβού με Βόρεια Κορέα σε…»
κοίταξε την οθόνη του υπολογιστή «πέντε λεπτά.»
«Δηλαδή… Θα μ’ αφήσετε να φύγω;»
«Τι νομίσατε; Ότι θα σας δολοφονήσουμε;»
«Μετά απ’ όλα αυτά που μου είπατε; Δεν φοβάστε μην τα
κοινοποιήσω στο μπλογκ μου;»
«Ακριβώς το αντίθετο. Θέλουμε να γράψετε γι’ αυτά. Μην
περιμένετε πληρωμή ακόμα, έχετε πολύ μικρό κοινό. Όμως αν ξεπεράσετε τους δέκα
χιλιάδες αναγνώστες την ημέρα κάτι μπορεί να γίνει. Μικρό ποσό για αρχή. Αν
φτάσετε τον Πιτσιρίκο…»
«Ο Πιτσιρίκος, ο μπλόγκερ, δουλεύει για σας;»
«Όλοι δουλεύουν για μας, σας το ‘πα.»
Ακούστηκε ένας ήχος. Η Μαρία μίλησε απ’ την ενδοσυνεννόηση.
«Κύριε Πάπα, δυο λεπτά.»
«Αυτά, κύριε Ανετάκη. Περιμένω να διαβάσω το επόμενο κείμενο
σας. Και να ξέρετε ότι θα έχετε καλύτερο αλγόριθμο στο google και στο facebook
πλέον.»
«Το google…»
Με συνόδεψε στην πόρτα και σχεδόν μ’ έσπρωξε έξω.
~~{}~~
Στο γυρισμό ήμουν θυμωμένος. Σκεφτόμουν ότι η καλύτερη
αντίσταση στα σχέδια της προβατοτεχνικής θα ήταν να μη γράψω τίποτα απολύτως
γι’ αυτήν. Να γράψω μια ιστορία με παιδιά-φαντάσματα ή ένα δοκιμιακό κείμενο για
τον έρωτα -ή τον θάνατο.
Η Ελένη με ρώτησε αν είχα βρει το γρανάζι για την ασπίδα.
Της είπα ότι θα άφηνα τον Αλέξανδρο χωρίς ασπίδα. Μετά μου έδειξε τον
λογαριασμό της ΔΕΗ. Τρίτος απλήρωτος, με ειδοποίηση διακοπής ρεύματος.
Οι καλλιτέχνες τρέφονται απ’ το χειροκρότημα, αλλά δεν
μπορείς να πας στα κεντρικά της ΔΕΗ και ν’ αρχίσεις να τους χειροκροτάς για να
ξοφλήσεις.
«Κάτι θα κάνουμε», της είπα.
«Σαν τι;»
«Ίσως να γράψω ένα διήγημα για την περιοχή 51 και τους
ιλουμινάτι.»
«Ωραία, τα βγάλαμε τα λεφτά μας πάλι.»
«Ποτέ δεν ξέρεις.»
Έκατσα στο γραφείο μου κι έβαλα ένα ποτήρι κρασί. Ο Νταν
Μπράουν έχει απλήρωτους λογαριασμούς; Σίγουρα όχι.
Ωραία, κύριε Πάπα, δεσποινίς Μαρία, Προβατοτεχνική ΕΠΕ, θα
γράψω όλη την αλήθεια για σας. Κι όποιος έχει αυτιά ακούει.
Έτσι ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο.
~~~~~~~~~
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψιν σας τα ακόλουθα:
• Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές, ή χυδαιολογίες.
•Μην δημοσιεύετε άσχετα, με το θέμα, σχόλια.
•Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
Με βάση τα παραπάνω η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία προειδοποίηση.