Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ

Γράφει ο Λιασκοβίτης:
Φαίνεται άρεσε η σελίδα αυτή στους ξενιτεμένους, γι’ αυτό και προσπαθούμε να ανασύρουμε ό,τι παλιό και συγκινητικό. Πάνω στο ψάξιμο βρήκαμε μια ποιητική σύνθεση του Βαγγέλη Παπαναστασίου, εκπαιδευτικού, που έζησε στη Θεσσαλονίκη και εξιστορεί την ερημιά του χωριού μας:
Το χωριό μου
Το χωριό μου που το λένε Μυγδαλιά στη Γορτυνία
 κι ήταν τόπος που ’χε κόσμο σα μελίσσι μιά φορά,
 σα δε έβγαινε, να πούμε, το ψωμί σε αφθονία
, πλήθος νιοί και νιές τ’ αφήσαν γι’ άλλα μέρη παραπέρα.

Άλλοι πήγαν στην Αθήνα, άλλοι Πύργο και Ηλεία
 λίγοι Αίγιο και Άργος κι άλλες πόλεις του Μοριά,
κι άλλοι ωκεανούς διαβήκαν γι’ Αμερική και Αυστραλία
 κι είναι πιά ξενιτεμένα της Ελλάδας μας παιδιά.

Το χωριό μου έχει μείνει έρημο σχεδόν και μόνο,
με χορταριασμένες στράτες, δίχως κόσμο και παιδιά,
πράμα πιά συνηθισμένο κάθε σπίτι ίδιο πόνο,
 να καπνίζει κάθε μέρα μ’ ένα γέρο και μιά γριά.

Τα χωράφια μένουν χέρσα. Ζώα λιγοστά και κείνα
 έτσι έλειψε το γάλα, παν οι κότες και τ’ αυγά,
 μόνο του σπιτιού μπερκέτι μιά επιταγή το μήνα,
λίγα λάχανα του κήπου και οι συντάξεις του ΟΓΑ.

Κι όμως βρίσκει τη χαρά του, όταν μπεί το καλοκαίρι,
 που καμπόσοι θα γυρίσουν απ’ την έρμη ξενιτιά,
 τότε πιά βουΐζει ο τόπος, γέλια και χαρές οι γέροι
 γλέντι αρχίζουν με κλαρίνα και χορός στην Παναγιά.

Και μερικά πειράγματα-ανέκδοτα
Στα ίδια πλαίσια καταχωρούμε και μερικά από τα πλούσια αποθέματα των πατριωτών μας σε ανέκδοτα και πειράγματα, που διαθέτουν πολύ έξυπνο χιούμορ.
1.- Λένε πώς το Δημητράκη Ροζή (Ματαρατσά) τον απατούσε η γυναίκα του. Πολλοί για να τον πειράξουν του λέγαν: Δημητράκη, η γυναίκα σου πάει με άλλους. Και κείνος απαντούσε “Ας πάει. Περισσότερες παώ εγώ σ’ αυτή κ’ άφοβα”.
2.- Κάποτε ο Τσιότσιολας είχε πάει με τον μακαρίτη τον Μαγγόγιαννη στο μήλο του σφυρί ν’ αλέσουν. Στο γυρισμό τους έπιασε βροχή, τόσο δυνατή που πλημμύρισε ο τόπος. Περνώντας τα γαϊδούρια τους φορτωμένα αλεύρι από μιά γράνα, γλύστρισαν και έπεσαν μέσα στο νερό. Τότε ο Τσιότσιολας αντί να βιαστεί να βγάλουν τα γαϊδούρια από το νερό, λέει στον Μαγγόγιαννη. “Κάτσε, ξάρφε να κάνουμε τσιγάρο πρώτα και μετά βλέπουμε”.
3.- Ο Τσιότσιολας, όπως ξέρουν πολλοί πατριώτες είναι αργός στις δουλειές του. Γι’ αυτό η γυναίκα του η Κατερίνη του φώναζε κάθε πρωί να σηκωθεί για δουλειά. Κάποια μέρα, λοιπόν, φωνάζοντας τον του λέει: Σήκω, Γιώργη να πάς για ξύλα. Δεν είδες τον Τέλαρο που πέρασε εδώ και μιά ώρα πηγαίνοντας στο χωράφι του; Και ο μπάρμπα- Γιώργης απαντά: “Και γιατί τηράς κατά του Τέλαρου, Κατερίνη, και δεν τηράς κατά του Μπόγια; (Ο Μπόγιας ήταν έτσι αργός όπως ο Τσιότσιολας).
4.- Κάποτε γινόταν ψηφοφορία στο μαγαζί του Θανάση του Γεωργιά για να δούν ποιός ήταν ο μεγαλύτερος ψεύτης του χωριού. Υποψήφιοι: Ο Θανάσης Γιωργιάς, ο Μήτρος και ο Τουρλόπανος, πράγμα το οποίο και έγινε. Μπήκε στο μαγαζί ο Παπίτσας. Και απευθυνόμενος ο Ζάρος σ’ αυτόν του λέει: “Ρε, που διάολο ήσουνα και έχασα την ψήφο μου;”.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψιν σας τα ακόλουθα:
• Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές, ή χυδαιολογίες.
•Μην δημοσιεύετε άσχετα, με το θέμα, σχόλια.
•Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
Με βάση τα παραπάνω η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία προειδοποίηση.